
Το μυστικό της Ζηνοβίας (Κεφάλαιο 6)
Posted by: Maria Atalanti
Published on: 10/07/2022
Back to Blog
Το κείμενο αυτό είναι προϊόν μυθοπλασίας. Κανένας από τους χαρακτήρες που περιγράφονται δεν είναι πραγματικός. Στο συγκεκριμένο κεφάλαιο, η Πηνελόπη Δέλτα και ο Ίων Δραγούμης είναι υπαρκτά, ιστορικά πρόσωπα. Η διασύνδεσή τους με τα πρόσωπα του μυθιστορήματος είναι φανταστική.
Αλεξάνδρεια 1906 – 1910
Είχαν περάσει πέντε χρόνια από τότε που ο Δημήτριος αρρώστησε. Σιγά – σιγά η Ζηνοβία είχε αναλάβει εξ ολοκλήρου την επιχείρηση. Αποδείχθηκε μια πολύ έξυπνη και ικανή επιχειρηματίας. Ο δυναμισμός και η αποφασιστικότητά της είχαν εντυπωσιάσει αλλά συχνά και τρομάξει τους συνεργάτες και ανταγωνιστές τους. Σε μια εποχή που οι γυναίκες μικρό ρόλο είχαν στα κοινά, η Ζηνοβία ενεργούσε χωρίς αναστολές και δεύτερες σκέψεις. Με την απλότητα που την χαρακτήριζε, θεωρούσε το ρόλο της φυσικό και υποστηρικτικό στο σύζυγό της.
Ο Δημήτριος ένοιωθε απεριόριστο θαυμασμό για τη σύζυγό του και συχνά αναρωτιόταν τι είχε κάνει στη ζωή του για να αξίζει μια τέτοια τύχη. Όταν της το έλεγε, εκείνη του απαντούσε γελώντας:
-Είσαι ο καλύτερος άνθρωπος στο κόσμο. Αυτό αρκεί. Ο Θεός έστειλε εμένα να σε φροντίζω, όπως φρόντισες εσύ εμένα. Η ζωή είναι δούναι και λαβείν.
Παρά την επιτυχία της η Ζηνοβία, παραχωρούσε συγχρόνως και εξουσία στο γιο τους. Αυτό γινόταν σταδιακά και διακριτικά. Του ανέθετε διάφορες διαπραγματεύσεις και δεν επενέβαινε καθόλου.
-Αν κάνει λάθος, έλεγε, δεν πειράζει. Έτσι θα μάθει. Από τα λάθη του.
Ο Ευάγγελος ήταν έξυπνο παιδί και μάθαινε εύκολα. Το πρόβλημα ήταν ότι προτιμούσε τη διασκέδαση από τη δουλειά. Αυτό ήταν ακόμα ένας λόγος που η Ζηνοβία του ανέθετε πρωτοβουλίες. Ήξερε ότι το αίσθημα ευθύνης θα τον ανάγκαζε να ενεργεί με μεγαλύτερη σοβαρότητα.
Του μιλούσε συχνά για το φτωχό παρελθόν και των δύο γονιών του και προσπαθούσε να τον κάμει να καταλάβει ότι εύκολα όλα αυτά μπορούν να χαθούν.
-Πρέπει να αγωνίζεσαι του έλεγε. Η ζωή τίποτε δεν μας χαρίζει. Όλα μπορεί να φύγουν μέσα σε μια μέρα. Και εσύ παιδί μου δεν είσαι συνηθισμένος στη φτώχια. Δεν ξέρεις πώς να την διαχειριστείς.
Η επίδραση της Ζηνοβίας στο γιο της, ήταν τέτοια, που τον κρατούσε σε μια ισορροπία και παρά τη ροπή που είχε στη διασκέδαση και στα ξενύχτια, ανταποκρινόταν καλά και στην επιχείρηση.
Το 1906 η Πηνελόπη έφυγε με την οικογένειά της για την Φρανκφούρτη. Ίσως γιατί εκεί είχε δουλειές ο σύζυγός της, ίσως γιατί ήθελαν να την απομακρύνουν από τον Ίωνα Δραγούμη. Ο έρωτάς της όμως για αυτό τον άνθρωπο φούντωνε. Δεν καταλάγιαζε.
Με την Ζηνοβία διατηρούσαν αλληλογραφία και την ενημέρωσε ότι είχε αρχίσει να γράφει και ετοίμαζε ένα βιβλίο με ιστορικό περιεχόμενο για νέους και παιδιά.
-Στόχος μου, έγραφε στη Ζηνοβία είναι να εκπαιδεύσω τα ελληνόπουλα, και ιδιαίτερα αυτά που ζουν στο εξωτερικό, για τη ιστορία της Ελλάδας.
Η Ζηνοβία δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι θα τα κατάφερνε. Η μόρφωσή της, η ευαισθησία της και η εξαίρετη χρήση της γλώσσας ήταν τα εχέγγυα για την επιτυχία της.
Παρόλο που αυτή η απασχόληση έδινε κάποιο νόημα στη ζωή της, δεν σταματούσε να σκέφτεται τον Ίωνα. Με την Ζηνοβία είχαν αναπτύξει μια τέτοια σχέση που αισθανόταν ότι μπορούσε να της πει οτιδήποτε χωρίς να συναντήσει κριτική ή απαξίωση.
Της έγγραφε σε ένα από τα γράμματά της λοιπόν:
-Το γεγονός ότι επιμένω να κρατώ τη σχέση μας πλατωνική δεν με βοηθά καθόλου. Πολλές γυναίκες τριγυρίζουν τον Ίωνα και σίγουρα αυτός δεν θα αντέξει. Πολλές φορές με έχει πιέσει, αλλά η δύναμη της ανατροφής μου είναι τόσο τεράστια και καταπιεστική που δεν μπορώ να την ξεπεράσω. Πριν λίγες μέρες του έστειλα ένα γράμμα γεμάτο απελπισία. Σου αντιγράφω ένα απόσπασμα:
«…Ξέρω μόνο πως σ” αγαπώ, τ” ακούς, Ίων; σ” αγαπώ άγρια και θέλω την αγκαλιά σου και το στόμα σου που φιλεί φρικτά, σε θέλω όλον, δικό μου για πάντα, και πονώ αλύπητα και ανυπόφορα, και μ” έρχεται να φύγω απόψε, πριν από το γράμμα μου, να μη σου μιλήσω πια, να μη σου γράψω «σ” αγαπώ», μόνο να έλθω εκεί, να ορμήσω στο σπίτι σου, να χυθώ στο λαιμό σου, και χωρίς λέξη, να πνίξω την αναπνοή σου, φιλώντας σε στο στόμα, ώσπου να κλείσεις τα μάτια σου και να πέσει το κεφάλι σου στον ώμο μου, χλωμό και αποκαμωμένο, μισοπεθαμένο από συγκίνηση, πόνο και χαρά που σκοτώνει. Το ξέρω πως είμαι τρελή μα η αγάπη κάποιον τρελαίνει».*
-Και συ φίλη μου θα με θεωρείς τρελή, όμως αυτά τα συναισθήματα με κατακλύζουν κάθε μέρα και μια μου δίνουν δύναμη να ζω, μια με σκοτώνουν…
Η Ζηνοβία πραγματικά τρόμαζε με το δράμα της Πηνελόπης και προσπαθούσε με λόγια αγάπης και ενθάρρυνσης να της δώσει κουράγιο να αντέξει αυτό το Γολγοθά που περνούσε, μέχρι οι συγκυρίες της ζωής να τοποθετήσουν τα γεγονότα εκεί που η μοίρα τα προορίζει να σταθούν.
Το 1908, μετά τις πληροφορίες που είχε λάβει ο Δημήτριος από το φίλο του, τον τραπεζίτη, Αντώνιο Παπαδόπουλο, ταξίδεψαν και οι δυο για την Κύπρο. Ο Δημήτριος είχε στη βαλίτσα του ένα σημαντικό χρηματικό ποσό για να καταθέσει στο όνομα της Ζηνοβίας.
Όπως τον είχε πληροφορήσει ο Αντώνιος Παπαδόπουλος, είχε ιδρυθεί από τον νομικό Ιωάννη Οικονομίδη το 1899, συνεργατικό ταμιευτήριο στη Λευκωσία με το όνομα « Η Λευκωσία». Από τότε είχαν γίνει πολλές κινήσεις για επέκταση του θεσμού και σε άλλες περιοχές. Έτσι σε αυτό το ταξίδι τους θα έπρεπε να επισκεφθούν τη Λευκωσία για να καταθέσουν τα χρήματα, με τη προοπτική σε μερικά χρόνια να ιδρυθεί και συνεργατικό ταμιευτήριο στη Πάφο.
Κανένας από τους δυο δεν είχε επισκεφθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή τη Λευκωσία. Το ταξίδι ήταν επίπονο, γιατί γινόταν με άμαξα που πήραν από τη Λεμεσό. Ο Δημήτριος ταλαιπωρήθηκε πολύ και έτσι αναγκάστηκαν να μείνουν μερικές μέρες στη Λευκωσία μέχρι να συνέλθει. Γνώρισαν προσωπικά τον κύριο Ιωάννη Οικονομίδη και θαύμασαν το όραμά του για δημιουργία τράπεζας στη Κύπρο. Εκείνος είχε εντυπωσιαστεί από το καθόλου ευκαταφρόνητο ποσό που κατέθεσε ο Δημήτριος στο όνομα της γυναίκας του και τους ευχαρίστησε ιδιαίτερα για αυτό.
-Με τέτοιες καταθέσεις θα μπορέσει σύντομα το ίδρυμά μας να προοδεύσει, τους είπε. Πρόθεσή μου είναι σε μερικά χρόνια όλες οι πόλεις και τα χωριά να διαθέτουν συνεργατικά ιδρύματα. Απώτερος σκοπός μου είναι η δημιουργία τράπεζας. Έχω επαφές με τον Άγγλο Αρμοστή και ελπίζω σύντομα να καταφέρω να τον πείσω να εκδώσει σχετικό διάταγμα. Η Κύπρος πρέπει να πάει μπροστά.
Η διαμονή τους στη Λευκωσία έδωσε την ευκαιρία στο Δημήτριο και την Ζηνοβία να γνωρίσουν τη πόλη. Παρά το γεγονός ότι ήταν η πρωτεύουσα της Κύπρου, ήταν μια μικρή πόλη, πολύ μικρότερη από την Αλεξάνδρεια. Εκτείνετο νωχελικά εκεί που άρχιζε ο κάμπος της Μεσαορίας, περιτριγυρισμένη από στρογγυλά ομοιόμορφα τείχη με έντεκα προμαχώνες, που όπως τους πληροφόρησαν, έκτισαν οι Ενετοί για να την προστατέψουν από τους Μωαμεθανούς. Δυστυχώς όμως, αυτό δεν συνέβηκε και το 1570 τα τουρκικά στρατεύματα την κατέλαβαν. Η Τουρκική κατοχή της Κύπρου διήρκεσε μέχρι το 1878, που ο σουλτάνος την παραχώρησε στη Βρετανική Αυτοκρατορία. Όταν επισκέφθηκαν ο Δημήτριος και η Ζηνοβία την πόλη ο πληθυσμός της αποτελείτο από Ελληνοκυπρίους, Τουρκοκυπρίους, Λατίνους και Αρμένιους. Μετά την έλευση των Βρετανών είχαν αρχίσει να γίνονται κάποιες βελτιώσεις, να αναβαθμίζονται οι δρόμοι, να αποξηραίνονται τα έλη και άλλα παρόμοια, αλλά εξακολουθούσε να είναι μια πολύ φτωχική πόλη.
Παρόλα αυτά, η περιδιάβαση στα δρομάκια της, οι πολλές εκκλησιές της, το Γυναικοπάζαρο, που γινόταν μια φορά τη βδομάδα και όλες οι γυναίκες πουλούσαν εκεί τα προϊόντα τους, άρεσε πολύ και στους δυο τους. Ένοιωθαν πίσω από τα κτήρια τον παλιό αέρα της πόλης, τις δόξες της, το μακρινό παρελθόν της.
Μόλις ξεκουράστηκε ο Δημήτριος πήγαν στο σπίτι τους στη Πάφο, όπου έμειναν μερικές μέρες για να δουν και τη μητέρα της Ζηνοβίας και στη συνέχεια επέστρεψαν στην Αλεξάνδρεια.
Ο Ευάγγελος τα είχε πάει καλά με την επιχείρηση, όσο καιρό έλειπαν οι δυο τους. Συνδύαζε το σχολείο με καθημερινή παρουσία τα απογεύματα στην εργασία. Ήθελε να τους αποδείξει ότι είναι ικανός και πρέπει να τον υπολογίζουν. Ο Δημήτριος ήταν πολύ περήφανος για το γιο του, η Ζηνοβία όμως είχε τις αμφιβολίες της, αν αυτό διαρκούσε για περισσότερο καιρό, κατά πόσο ο Ευάγγελος θα ανταποκρινόταν. Δεν έδειξε τίποτε όμως. Αντίθετα τον επαίνεσε για την επιτυχία του.
Χάρη στη Ζηνοβία η ζωή στο σπίτι τους περνούσε σχετικά ήρεμα και χωρίς πολλές εκπλήξεις. Η υγεία του Δημητρίου ήταν εύθραυστη αλλά η μεγάλη φροντίδα και υποστήριξη που είχε από τη σύζυγό του, τον διατηρούσαν σε μια σταθερή κατάσταση. Ο ίδιος αισθανόταν τόσο ευτυχισμένος, όσο ποτέ. Σε τόσο μεγάλη ηλικία, ένοιωθε πως βρισκόταν στο κουκούλι αγάπης και περιποίησης στο οποίο ζουν τα παιδιά στη νηπιακή περίοδο της ζωής τους. Είχαν μειώσει τις εξόδους τους και έμεναν βασικά στο σπίτι. Τα βράδια μιλούσαν μεταξύ τους και αυτή η ανταλλαγή απόψεων και συναισθημάτων, έφερνε πιο κοντά τον ένα στον άλλο.
Ο Ευάγγελος είχε σχεδόν φτάσει στην ενηλικίωση. Ήταν δεκαεπτά χρονών και σύντομα θα τελείωνε το σχολείο. Ήταν αρκετά καλός μαθητής και βοηθούσε στην επιχείρηση των γονιών του. Η Ζηνοβία έβλεπε την τάση του για γλέντια και διασκέδαση και προσπαθούσε να τον κρατά σε ισορροπία. Ήταν σημαντικό η επιθυμία του αυτή να έρχεται δεύτερη, να μην αποτελέσει ποτέ το στόχο της ζωής του.
Ο Δημήτριος ήθελε μετά το σχολείο να τον στείλουν στο Λονδίνο για κανένα χρόνο για μεγαλύτερη εξειδίκευση στο εμπόριο. Η Ζηνοβία όμως είχε τις αμφιβολίες της αν αυτό θα ήταν εφικτό. Η φροντίδα του Δημητρίου απαιτούσε να βρίσκεται μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στο σπίτι και έπρεπε ο Ευάγγελος να είναι σε θέση να αφιερώνει περισσότερο χρόνο στην επιχείρηση. Παρά το γεγονός ότι είχαν εξαιρετικούς συνεργάτες, η παρουσία κάποιου μέλους της οικογένειας ήταν απαραίτητη.
Το 1909 η Ζηνοβία έλαβε ένα γράμμα από τη φίλη της Πηνελόπη μαζί με ένα βιβλίο. Το βιβλίο είχε το τίτλο «Για την Πατρίδα» και ήταν το πρώτο βιβλίο που εξέδωσε η φίλη της. Ήταν ένα ιστορικό μυθιστόρημα που διαδραματιζόταν στη Βυζαντινή εποχή, γύρω στα 995 μΧ, όταν οι Βυζαντινοί πολεμούσαν με τους Βούλγαρους. Ένα μυθιστόρημα ύμνος στον έρωτα και την πατρίδα. Η Ζηνοβία έβλεπε την ερωτευμένη ψυχή της Πηνελόπης που προσπαθούσε να εκφραστεί πίσω από τις γραμμές. Δεν μπορούσες να το διαβάσεις χωρίς να δακρύσεις.
Τα βράδια που κάθονταν με το Δημήτριο του το διάβαζε φωνακτά. Ο Δημήτριος, που ποτέ δεν είχε την ευκαιρία να διδαχθεί ιστορία μαγευόταν από την γλαφυρή διήγηση της Πηνελόπης και τα γεγονότα που για πρώτη φορά γνώριζε. Ακόμα και ο Ευάγγελος το διάβασε και εύρισκε αυτό το τρόπο άντλησης γνώσεων πολύ πιο ενδιαφέρον από το μάθημα της Ιστορίας στο σχολείο.
Στο γράμμα της η Πηνελόπη, μεταξύ άλλων, έγραφε στην Ζηνοβία:
Αγαπημένη μου φίλη,
Πολύ φοβάμαι ότι θα χάσω τον Ίωνα. Έχει γνωρίσει μια θεατρίνα, τη Μαρίκα Κοτοπούλη και η έλξη του σε αυτή τον έχει απομακρύνει από εμένα.
Βλέπεις εγώ είμαι σαν αέρας που διαπερνά το πνεύμα του και σαγηνεύει τη ψυχή του. Εκείνη είναι σάρκα που διεγείρει όλες τις αισθήσεις του και χορταίνει τις γήινες ανάγκες του. Είμαστε άνθρωποι καμωμένοι από σώμα και ψυχή. Δεν αρκεί να γοητεύεις το πνεύμα. Πρέπει να τρέφεις και το σώμα. Και εγώ δεν μπόρεσα να του προσφέρω αυτή τη τροφή. Και τώρα τον χάνω…
Η Ζηνοβία δυσκολευόταν να απαντήσει στη φίλη της. Ότι και να έλεγε δεν θα μπορούσε να είναι παρηγοριά στο δράμα της. Απλά της έγραψε:
Αγαπημένη μου Πηνελόπη
Οι δυνάμεις που διαφεντεύουν τον κόσμο έβαλαν μεταξύ σας πολλά εμπόδια και φαίνεται ότι κάπου οι δρόμοι σας χωρίζουν. Μην αντιστέκεσαι στη μοίρα. Και μην ξεχνάς πόσα χαρίσματα σου έδωσε η ζωή. Το βιβλίο σου είναι ένα αριστούργημα. Άρεσε και στο Δημήτριο και στον Ευάγγελο. Κλάψαμε όλοι διαβάζοντάς το. Βρες παρηγοριά στο κόσμο της γραφής και να είσαι ευτυχισμένη που έζησες ένα μεγάλο έρωτα. Δεν έχουν πολλοί άνθρωποι αυτή την ευκαιρία στη ζωή τους.
Σε φιλώ
Ζηνοβία
Πέρασαν πέντε χρόνια από τότε που γνώρισε την Πηνελόπη. Πέντε χρόνια να την βλέπει να παλεύει με αυτό το δίκτυ του έρωτα και να μην μπορεί να καταλήξει κάπου. Σίγουρα θα αποφάσιζε η ζωή για την ίδια. Εκεί που ο άνθρωπος αδυνατεί, η μοίρα αναλαμβάνει δράση.
Πέντε χρόνια που ο Δημήτριος δεν ήταν καλά στην υγεία του. Πέντε χρόνια που φροντίζοντάς τον σύζυγό της, κατάφερε να τον γνωρίσει καλύτερα και να θαυμάσει το μεγαλείο της ψυχής του. Ένας άνθρωπος εξαιρετικός, με καρδιά μικρού παιδιού, που δεν του δόθηκε ποτέ η ευκαιρία να την αφήσει να ωριμάσει. Και τώρα, στα 75 του χρόνια ο Δημήτριος άνοιγε τα φύλλα της ψυχής του. Τώρα που το σώμα του ήταν αδύναμο, το πνεύμα του πετούσε, ρουφούσε τον κόσμο γύρω του και έλαμπε από σοφία.
Η ίδια άραγε πόσα χρόνια ζούσε πια στην Αλεξάνδρεια; Κοντά στα είκοσι. Η πορεία της δικής της ζωής ήταν πέρα για πέρα αναπάντεχη. Ένας άνεμος την είχε σηκώσει από τα βουνά της Πάφου και την είχε εναποθέσει εδώ, στην Αλεξάνδρεια. Ζαλισμένη από τη θύελλα που την κουβάλησε δεν είχε χρόνο να σκεφτεί. Προσαρμόστηκε σε αυτό το καινούργιο κόσμο και τον αγάπησε.
Σίγουρα η ζωή της στο χωριό της θα ήταν άχρωμη και αδιάφορη. Θα ήταν επιλογή της αυτή η πορεία; Δεν γνώριζε. Τα παιδικά της όνειρα ποτέ δεν είχαν τέτοια κατάληξη. Κανένα κορίτσι δεν ονειρεύεται να παντρευτεί ένα ηλικιωμένο άνδρα. Όλες όμως ονειρεύονται να παντρευτούν ένα τόσο υπέροχο άνθρωπο. Και αν το μόνο τίμημα που είχε να πληρώσει ήταν η ηλικία του, χαλάλι. Σίγουρα δεν μετάνιωνε για τη ζωή της. Μια ζωή που ίσως δεν επέλεξε η ίδια, δεν θα την αντάλλασε όμως ποτέ!
*απόσπασμα από επιστολή της Πηνελόπης Δέλτα προς τον Ίωνα Δραγούμη με ημερομηνία 27/7/1906, που σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη
Για την Πατρίδα – Πηνελόπη Δέλτα
Όμορφα εκτυλίσσεται η ιστορία γύρω από τους ανθρώπους χωρίς να βαραίνει την ψυχή!
Ευχαριστώ πολύ. Ελπίζω να το απολαμβάνετε.
A small correction: I thought it was 1878 -not 1872?
Ναι, έχεις δίκαιο Ανδρέα μου και σε ευχαριστώ. Έχω βάλει τόσα γεγονότα να αρχίζουν τη δεκαετία του 1870 στο προηγούμενο μυθιστόρημα και σε αυτό που τα μπέρδεψα. Σε ευχαριστώ πολύ. Έχω κάνει τη διόρθωση.
Η εξέλιξη κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη αλλά εγώ θέλω να σταθώ στις δυνατότητες που έχουν οι γυναίκες και πώς η κοινωνία της εποχής εμπόδιζε την εξέλιξη τους. Η οικογένεια αποφάσιζε ποιόν θα παντρευτούν όσο αφορά τη μόρφωση τους ας μη μιλήσουμε καλύτερα. Υπήρχαν και οι τυχερές αλλά ήταν ελάχιστες που μπόρεσαν να ξεφύγουν από τον κανόνα της εποχής γιατί είχαν τη στήριξη κάποιων ανθρώπων. Εν ολίγοις έγραψες ότι πραγματικά αξίζουν οι γυναίκες
Ευχαριστώ Γεωργία μου. Ελπίζω ότι η συνέχεια θα σε δικαιώσει ακόμα περισσότερο.