
Το μυστικό της Ζηνοβίας (Κεφάλαιο 28)
Posted by: Maria Atalanti
Published on: 11/12/2022
Back to Blog
Το κείμενο αυτό είναι προϊόν μυθοπλασίας. Κανένας από τους χαρακτήρες που περιγράφονται δεν είναι πραγματικός.
Κύπρος – Τέλος Σεπτεμβρίου 2021 – Αεροδρόμιο Λάρνακας
Μόλις είχε ανακοινωθεί από τα μεγάφωνα, αλλά ήταν φανερό και από τον πίνακα των αναχωρήσεων, ότι η πτήσης της Ζήνας θα καθυστερούσε για δύο ώρες. Αυτό την εκνεύρισε κάπως αλλά προχώρησε προς την καφετέρια του αεροδρομίου και βρήκε ένα τραπεζάκι να καθίσει. Παρήγγειλε ένα καφέ και καθώς τον έπινε άρχισε να αναλογίζεται αυτό το μοναδικό καλοκαίρι που είχε ζήσει στη ζωή της.
Όλα άρχισαν φυσικά με το θάνατο του πατέρα της και τη δική της υπόσχεση να διαβάσει τα γράμματα που είχαν ανταλλάξει ο παππούς της Ευάγγελος με την προγιαγιά της Ζηνοβία. Αυτή η υπόσχεση την είχε οδηγήσει στον Αλέξη, αρχικά βέβαια για να του τα δώσει να τα μεταφράσει, αν και στη συνέχεια υποχρεώθηκε να μάθει η ίδια ελληνικά για να τα διαβάσει μόνη της. Προς μεγάλη της έκπληξη σήμερα μιλούσε και καταλάβαινε άνετα αυτή τη γλώσσα, που πριν μερικά χρόνια θεωρούσε αδύνατο να μάθει.
-Περίεργη που είναι η ζωή, σκέφτηκε. Έχουν περάσει δύο χρόνια από τον θάνατο του πατέρα μου και οι αλλαγές που έχουν γίνει είναι πολλαπλάσιες όσων μου συνέβησαν από τότε που γεννήθηκα μέχρι σήμερα. Δεν είναι, εν πάση περιπτώσει, δυσάρεστες αλλαγές, αντίθετα είναι ενδιαφέρουσες και υπόσχονται μια άλλη πορεία, άλλες χαρές και πιθανότατα άλλες λύπες.
Ύστερα θυμήθηκε το γάμο της με τον Αλέξη. Φεύγοντας από τη Πάφο και ερχόμενοι στη Λευκωσία, είχαν τρέξει όλες τις απαραίτητες διαδικασίες. Έτσι στις 3 Σεπτεμβρίου 2021, ημέρα Παρασκευή, στην αίθουσα γάμων του νέου Δημαρχείου Λευκωσίας, στην παρουσία μόνο των γονιών του Αλέξη και της Ελένης, που τελούσε χρέη μάρτυρα, πραγματοποιήθηκε η τελετή. Λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού δεν επιτρεπόταν η παρουσία περισσοτέρων ατόμων και αυτοί οι ελάχιστοι φορούσαν τις μάσκες τους.
Ο Αλέξης της είχε ζητήσει να φορέσει το μπλε φόρεμα που είχε βάλει εκείνη την ημέρα των Χριστουγέννων του 2019, που πήγαν στο πάρτι του κυρίου Jacob Papadopoulos στην Μελβούρνη. Το φόρεμα αυτό πραγματικά την κολάκευε και παρόλο που τα μάτια της δεν ήταν μπλε αλλά μαύρα τα έκανε να λάμπουν περισσότερο, από όσο έλαμπαν καθημερινά. Έτσι τουλάχιστον της έλεγε ο Αλέξης.
Δεν θα μπορούσε να ήταν πιο σεμνή η τελετή. Κάτι που την ίδια ικανοποιούσε, αφού ποτέ δεν πίστευε σε κατεστημένες καταστάσεις, ούτε σε παραδοσιακά δρώμενα. Ήθελε να είναι αδέσμευτη από όλα αυτά. Όμως η τελετή του γάμου τους με τον Αλέξη ήταν απλή και μίλησε στην καρδιά της.
Την επομένη του γάμου της ο Αλέξης έφυγε για την Αυστραλία, γιατί οι υποχρεώσεις του απέναντι στη δουλειά του δεν του επέτρεπαν να μείνει άλλο στη Κύπρο. Η ίδια παρέμεινε ακόμα τρεις εβδομάδες για να διευθετήσει τις τελευταίες εκκρεμότητες και να αποχαιρετήσει τους ανθρώπους που γνώρισε, αυτό το ιδιαίτερο καλοκαίρι της ζωής της.
Αρχικά επέστρεψε στη Πάφο και επισκέφθηκε τη φίλη που είχε γνωρίσει στο αεροπλάνο φτάνοντας στην Κύπρο, την κυρία Μαρία Στυλιανού. Μια κυρία που πραγματικά συμπάθησε για την φιλομάθεια και το φιλικό του χαρακτήρα της. Η Ζήνα ένοιωθε υπέροχα με την παρέα της και σίγουρα θα διατηρούσε μια φιλία μαζί της.
Πέρασε και από τον κλειδαρά και πήρε το κουτί που του είχαν αφήσει για να διορθώσει την κλειδαριά. Πραγματικά ο άνθρωπος πήρε τη δουλειά πολύ σοβαρά. Εκτός του γεγονότος ότι επιδιόρθωσε την κλειδαριά, κατασκεύασε με τη βοήθεια ενός χρυσοχόου ένα κλειδί ασημένιο, Καθάρισε το ξύλο της αγριελιάς και το πέρασε με ειδικό λάδι που αναδείκνυε τα υπέροχα χρώματα αλλά και τα πλούσια νερά του. Έγινε πραγματικά πανέμορφο. Η τιμή που χρέωσε τη Ζήνα ήταν κάπως τσουχτερή, αλλά χαλάλι. Το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό.
Ύστερα πέρασε από τη Λεμεσό και επισκέφθηκε την Βίκυ, που ήταν ότι κοντινότερο είχε από την Ζηνοβία. Όχι γιατί η Βίκυ ήταν συγγενής της Ζηνοβίας ή ήξερε κάτι για αυτή την εξαιρετική γυναίκα, αλλά γιατί κάποτε οι προγιαγιάδες τους υπήρξαν φίλες και μοιράστηκαν μυστικά. Και όταν οι καρδιές δυο ανθρώπων ενώνονται με αυτό το τρόπο, δημιουργείται μια πνευματική συγγένεια που η Ζήνα ήθελε να διατηρήσει. Η Βίκυ της υποσχέθηκε μάλιστα, ότι σε μια επόμενη επίσκεψή της θα καλούσε την αδελφή και τις ξαδέλφες της για να γνωριστούν και να μοιραστούν αναμνήσεις.
Νοιώθοντας ικανοποιημένη που δημιούργησε κανάλια επικοινωνίας με τους ανθρώπους που γνώρισε στη Κύπρο και συμπάθησε ιδιαίτερα, επέστρεψε στη Λευκωσία. Εκεί έμεναν και κάποιοι άλλοι που θα ήθελε να συναντήσει. Ήταν ο Μάνθος Μαυρομμάτης και η Κάτια Ταουσιάνη. Οι άνθρωποι που την βοήθησαν να επικοινωνήσει με τον κύριο Μουσταφά Ακιντζή. Παρά το γεγονός ότι θα ήθελε να τους συναντήσει μαζί με τον Αλέξη, μια και αυτό δεν είχε γίνει κατορθωτό, έδωσαν ραντεβού και γνωρίστηκαν οι τρεις τους. Αμέσως αισθάνθηκε ότι είχαν πολλά κοινά μεταξύ τους και σίγουρα θα διατηρούσαν μια φιλία.
Παράλληλα έπιασε δουλειά με την Ελένη για να κλείσουν όλες τις εκκρεμότητες που αφορούσαν την ανακατασκευή του σπιτιού της Ζηνοβίας και του δικού τους πλέον σπιτιού με τον Αλέξη. Αφού συμφώνησαν τις τελευταίες λεπτομέρειες σε σχέση με τον σχεδιασμό, επέλεξαν τα είδη υγιεινής, τα πατώματα, τα πλακάκια και ότι άλλο θα χρειαζόταν το σπίτι για να ολοκληρωθεί. Ακόμα και για το κήπο η Ζήνα ενέκρινε ένα γενικό σχεδιασμό.
Από οικονομικής πλευράς οι πληρωμές διευθετήθηκαν αρχικά με την αποζημίωση που πλήρωσε ο κύριος Νικολάου για την καταπάτηση που έκανε στη περιουσία της και που έφτανε σχεδόν στο μισό εκατομμύριο. Ο φόβος να οδηγηθεί η υπόθεση στο δικαστήριο αλλά και το ενδεχόμενο να μην μπορέσει να πωλήσει τις επαύλεις που ανήγειρε, γιατί δεν θα μπορούσε να εκδώσει τίτλους ιδιοκτησίας, τον ανάγκασαν να συνθηκολογήσει και να πληρώσει.
Εν τω μεταξύ η Ζήνα είχε δώσει πληρεξούσιο στο πατέρα του Αλέξη, τον κύριο Νίκο, και πλέον πεθερό της, για να διαχειρίζεται τα οικονομικά της όσο η ίδια θα έλειπε και συγχρόνως να προχωρήσει με τις διαδικασίες για πώληση του μέρους της περιουσίας της που η ίδια δεν θα αξιοποιούσε. Έτσι από αυτή την άποψη ένοιωθε ασφάλεια. Ο πεθερός της, ούτως ή άλλως, άνθρωπος συνταξιούχος πια, ενθουσιάστηκε με την ιδέα ότι θα είχε κάτι χρήσιμο και ενδιαφέρον για να ασχολείται.
Η σχέση με τους γονείς του Αλέξη, έφερνε μια ζεστασιά στη καρδιά της. Από τότε που έχασε τον πατέρα της, που την φρόντιζε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, νόμιζε ότι έχασε για πάντα και τη γονική στοργή. Και όμως, οι γονείς του Αλέξη άνοιξαν την αγκαλιά τους και την δέχτηκαν σαν παιδί τους.
-Κόρη μου, κάνεις το γιο μου ευτυχισμένο και για μένα αυτό είναι το παν, της είχε πει μια μέρα η μητέρα του, η κυρία Αντρούλα. Νομίζαμε ότι θα μείνει στην Αυστραλία και ποτέ δεν θα παντρευτεί. Τώρα ελπίζουμε να πάρουμε εγγονάκια και να τα χαρούμε όσο ακόμα μπορούμε. Έχουμε φυσικά εγγόνια από τα άλλα μας παιδιά, αλλά θα θέλαμε να δούμε και τον Αλέξη μας ευτυχισμένο.
Πριν λίγο καιρό θα θεωρούσε αυτό το σχόλιο κοινότυπο και δεν θα την ενδιέφερε, όμως τώρα είχαν αλλάξει τόσα πολλά μέσα της που μέχρι συγκίνηση της έφερναν τα λόγια της κυρίας Αντρούλας. Ηχούσε συχνά στο μυαλό της η φράση «Κόρη μου, κάνεις το γιο μου ευτυχισμένο…». Μεγάλη κουβέντα, με μεγάλες προσδοκίες και πολλές υποχρεώσεις εκ μέρους της!
Οι σκέψεις της την οδήγησαν και πάλι στο σημαντικό αυτό γεγονός της ζωής της: τον γάμο της. Τώρα πια τον έβλεπε σαν μια δέσμευση απέναντι στον Αλέξη και την αγάπη τους. Μια υπόσχεση ότι θα αντιμετώπιζαν τα προβλήματα της ζωής από κοινού και αν έκαναν παιδιά, θα προσπαθούσαν να τους εμφυτεύσουν τις αρχές της ζωής στις οποίες οι ίδιοι πίστευαν, αλλά και κληροδότησαν από τους προγόνους τους, ώστε να είναι χρήσιμοι άνθρωποι σε αυτό το πλανήτη.
Φυσικά ήταν βέβαιη ότι δεν θα ήταν όλα ρόδινα. Το δικό της ατίθασο ταπεραμέντο και οι παραδοσιακές αρχές του Αλέξη, σίγουρα θα συγκρούονταν, αλλά ήταν αποφασισμένη να βρει τον τρόπο να το διαχειριστεί. Στο κάτω – κάτω η ζωή της είχε χαρίσει ένα υπέροχο σύντροφο. Δεν υπήρχε λόγος να χαραμίσει αυτή την ευτυχία με πείσματα. Ο Αλέξης ήταν πολύ υπομονετικός και η ίδια εύκολα μπορούσε να κατανοήσει ένα λογικό επιχείρημα. Ήταν στο χέρι τους να βρουν τον καλύτερο τρόπο συμβιβασμού και συνεννόησης.
Το είχαν συζητήσει διεξοδικά με τον Αλέξη και είχαν αποφασίσει να ζήσουν τα επόμενα χρόνια της ζωής τους στη Κύπρο. Η Ζήνα, εφόσον είχε παντρευτεί, θα ήθελε πάρα πολύ να κάνει παιδιά. Τώρα που γνώρισε τι σήμαινε «οικογένεια», θα ήθελε η ζωή να συνεχίσει να διαιωνίζεται και μέσω των δικών της απογόνων.
Όλοι αυτοί οι συνειρμοί έφεραν στην μνήμη της μια άλλη απόφαση που είχε πάρει πρόσφατα. Την ζωή της μέχρι τώρα την είχε αφιερώσει κύρια σε ενέργειες για προστασία του πλανήτη από την οικολογική καταστροφή. Ένοιωθε πως ήταν ένας στόχος ιερός και πρέπει όλοι οι άνθρωποι, που αγαπούν τη γη μας, να το κάνουν. Στην πατρίδα της, την Αυστραλία, αυτό είναι μια προτεραιότητα και η ίδια το είχε υπηρετήσει με πάθος. Κάτι που σίγουρα θα συνεχίσει να κάνει και στο μέλλον.
Όμως ερχόμενη στη Κύπρο και γνωρίζοντας από πρώτο χέρι τα δεινά που συσσωρεύουν οι πόλεμοι, πώς χωρίζουν τους ανθρώπους και πώς ξεριζώνουν τα βιώματα μιας ζωής, με τον πιο βίαιο τρόπο, αποφάσισε να δουλέψει για την ειρήνη.
Με τις νέες αποφάσεις που είχε πάρει για τη ζωή της δεν υπήρχε χώρος για μάχιμη δημοσιογραφία με τον τρόπο που την ασκούσε στο παρελθόν. Δεν θα μπορούσε πλέον να ταξιδεύει και να κάνει ρεπορτάζ. Κάνοντας παιδιά θα ήθελε να είναι κοντά τους και να βιώσει το μεγάλωμά τους, κάτι που η ίδια δεν είχε στη ζωή της. Από την άλλη η ηλικία της δεν της επέτρεπε να καθυστερήσει την δημιουργία της οικογένειάς της. Έπρεπε να το κάνει άμεσα. Και ήθελε να το κάνει καλά.
Μετά τη συνάντησή της με τον κύριο Μουσταφά Ακιντζή και όσα διάβασε για τον Λέλλο Δημητριάδη κατάλαβε ότι η καταγεγραμμένη ιστορία πολύ λίγο μιλά για τους υπηρέτες της ειρήνης. Αναφέρεται πολύ περισσότερο στους υποστηρικτές του πολέμου και έστω και αν επικρίνει τις πράξεις τους, αυτούς κατονομάζει και διατηρεί τα ονόματά τους μέσα στους αιώνες: Αττίλας, Τζένκινς Χαν, Χίτλερ, Μουσολίνη και πάρα πολλοί άλλοι είτε ένδοξοι είτε κατακριτέοι στρατηλάτες. Οι εργάτες της ειρήνης είτε δεν αναφέρονται καθόλου, είτε οι πράξεις τους γράφονται με μικρά γράμματα.
Κατά τα διάφορα ταξίδια της, στο παρελθόν, σε εμπόλεμες περιοχές είχε συναντήσει και άλλους ανθρώπους με ανάλογες ενέργειες. Ανθρώπους που έβαζαν στο πλάι τις διαφορές των λαών τους και αγωνίζονταν για την ευημερία τους. Είχε πάρει αρκετές συνεντεύξεις τότε και είχε φυλάξει αυτό το υλικό. Τώρα ήρθε η ώρα να γράψει ένα βιβλίο για όλους αυτούς: για τους εργάτες της ειρήνης.
Από την άλλη είχε πολλές πληροφορίες για να γράψει ένα βιβλίο για την οικογένειά της και ιδιαίτερα για τη Ζηνοβία. Θεωρούσε ότι η ιστορία της προγιαγιάς της ήταν τρυφερή, ρομαντική, δυναμική, επαναστατική μα πάνω από όλα σκιαγραφούσε μια εποχή που χάθηκε. Και η Ζήνα ήθελε να προβάλει μέσα από το βιβλίο της αυτή την εποχή με τις δυσκολίες και τα προβλήματά της.
Αν το πρώτο βιβλίο που ήθελε να γράψει ήταν για να τιμήσει και να προβάλει τους ανθρώπους που προώθησαν και προωθούν την ειρήνη, αυτό το δεύτερο βιβλίο ήταν για την καθημερινότητα. Αυτή την καθημερινότητα που πλάθει τη ζωή και εξελίσσει την ανθρωπότητα, με τους αγώνες ανώνυμων ανθρώπων σαν την Ζηνοβία και σαν τον Δημήτριο. Που διδάσκει ότι άνθρωποι με εκθαμβωτική ομορφιά σαν του Βαγγέλη, μπορεί να είναι πυροτεχνήματα στον κόσμο αυτό, που λάμπουν δυνατά και διαρκούν για λίγο. Και αν σήμερα ζούμε σε μια εποχή που οι «αστέρες» καλύπτονται κατά κόρον από τα φώτα της δημοσιότητας, πρέπει να θυμόμαστε ότι είναι όλοι διάττοντες. Η ποιότητα και η διάρκεια είναι μέσα στις ταπεινές ανώνυμες υπάρξεις.
Ένοιωσε μια ζεστασιά στη καρδιά με αυτή την προοπτική. Ονειρευόταν να κάθεται στο γραφείο της, στο σπίτι της στη Πάφο και να ατενίζει τη θάλασσα, όπως ατένιζε τον ποταμό Γιάρρα στη Μελβούρνη. Εκεί ήταν μια πόλη πολύβουη που ταίριαζε με τη δυναμική ζωή που έκανε τότες. Εδώ το τοπίο είναι ήρεμο, ιδανικό για να την οδηγήσει στα βαθύτερα στρώματα του είναι της και να ανιχνεύσει τις λέξεις και τα νοήματα που θα την βοηθούσαν να εκφράσει αυτά που ήθελε να πει. Χαμογέλασε με αυτή την προοπτική.
Κοίταξε το ρολόι της. Ακόμα είχε τριάντα λεπτά μέχρι να έρθει η ώρα της αναχώρησης. Πλήρωσε και άρχισε να κατευθύνεται σιγά – σιγά μέχρι την πύλη επιβίβασης. Πρόσεξε ότι και μερικοί άλλοι κάθονταν εκεί διαβάζοντας και περιμένοντας.
Βολεύτηκε σε μια μοναχική θέση και συνέχισε να σκέφτεται. Ένοιωθε ωραία με την περισυλλογή της. Δεν ήταν σκόρπιες ανήσυχες σκέψεις. Ήταν μεστοί συλλογισμοί για το μέλλον της. Ασυναίσθητα άγγιξε την κοιλιά της. Πίστευε ότι ήταν έγκυος. Δεν είχε πάει ακόμα στο γιατρό και δεν το είχε πει σε κανένα. Ήθελε ο πρώτος που θα το μάθει να είναι ο Αλέξης και λογάριαζε να του το πει, μόλις θα τον έβλεπε. Μόνο που σκεφτόταν τη χαρά του, χαμογελούσε ευτυχισμένη.
Αυτό το ενδεχόμενο θα καθόριζε και το χρόνο επιστροφής τους στη Κύπρο. Θα ήθελε να γεννήσει το παιδί της στην Αυστραλία, που θεωρούσε ότι οι ιατρικές υπηρεσίες είναι πιο οργανωμένες και αργότερα να έρθουν στη Κύπρο. Έτσι η επιστροφή τους θα έπαιρνε τουλάχιστον 10 – 12 μήνες, χρόνος αρκετός για να ολοκληρωθεί και η κατασκευή του σπιτιού τους. Ήταν βέβαιη ότι η Ελένη και ο πεθερός της θα έκαναν το παν ώστε όλα να είναι στην εντέλεια. Από αυτή την άποψη ένοιωθε μεγάλη ασφάλεια.
Όσο και αν της φαινόταν υπέροχο που θα γινόταν μητέρα, άλλο τόσο της φαινόταν περίεργο. Εκτός του γεγονότος ότι ουδέποτε προηγουμένως στη ζωή της είχε τέτοια επιθυμία, η ίδια δεν είχε γνωρίσει ποτέ την μητρική στοργή. Μια μέρα που μιλούσαν με τον Αλέξη και του ανάφερε τους φόβους της, εκείνος την ενθάρρυνε λέγοντάς της:
-Μην ανησυχείς η μητρική, καθώς και η πατρική αγάπη είναι έμφυτες. Είναι μια ιδιότητα που η φύση χαρίζει στα έμβια όντα της για να διαιωνίζονται τα είδη. Δες πώς σε μεγάλωσε εσένα ο πατέρας σου, μόνος του, μη γνωρίζοντας τίποτε. Και σε έκανε μια χαρά άνθρωπο. Λίγο κακομαθημένη φυσικά, αλλά δυνατή και ελεύθερη!
Αν και το κακομαθημένη, το είπε για να την πειράξει, ήξερε ότι κατά βάθος είχε δίκαιο. Ένοιωσε μια συγκίνηση στη καρδιά της στη σκέψη του πατέρα της, του πιο αγαπημένου ανθρώπου στη ζωή της μέχρι να γνωρίσει τον Αλέξη. Τώρα και τους δυο τους είχε στο ίδιο πάνθεο. Εκεί που στο μέλλον θα ήθελε να ανεβάσει και τα παιδιά που θα έκανε.
Εκείνη την ώρα ακούστηκε η ανακοίνωση για έναρξη της επιβίβασης. Οι επιβάτες φορώντας τις μάσκες τους και διατηρώντας απόσταση μεταξύ τους άρχισαν να προχωρούν κρατώντας τα διαβατήρια και τις κάρτες επιβίβασης.
-Ήρθε η ώρα σκέφτηκε, να αφήσω την Κύπρο και να συναντήσω τον Αλέξη στη Μελβούρνη. Τα συναισθήματά μου είναι ανάμεικτα. Από την μία χαίρομαι, από την άλλη λυπάμαι που θα αφήσω αυτό το τόπο, που μου χάρισε τόσες εκπλήξεις και μου άνοιξε τόσους ορίζοντες. Θα ξανάρθω όμως!
Μπαίνοντας στο αεροπλάνο, βρήκε γρήγορα τη θέση της. Ευτυχώς ήταν δίπλα στο παράθυρο και θα έβλεπε την απογείωση και το ταξίδι μέχρι το Ντουμπάι, που θα έκαναν στάση. Στο διπλανό κάθισμα ήταν ένας ηλικιωμένος κύριος με πολύ ευγενική φυσιογνωμία. Αμέσως του συστήθηκε:
-Ονομάζομαι Ζήνα Βασιλόπουλος και ταξιδεύω για την Μελβούρνη του είπε.
-Ω, χαίρω πολύ, απάντησε ο ευγενικός κύριος. Το όνομά μου είναι Στυλιανός Νεοφύτου. Είμαι συνταξιούχος καθηγητής πανεπιστημίου και ταξιδεύω επίσης για την Μελβούρνη. Μένουν ο γιος μου με τη γυναίκα του εκεί και πάω να τους επισκεφθώ, αν και δύσκολοι καιροί για ταξίδια.
-Έχετε δίκαιο, αλλά η ζωή συνεχίζεται. Θα πρέπει να προσέχουμε και να προσπαθούμε για το καλύτερο.
-Αυτό σκέφτηκα και εγώ. Δεν ξέρω πόσο καιρό ακόμα θα ζήσω και θα ήθελα να τους χαρώ, τώρα που μπορώ.
Μέχρι να απογειωθεί το αεροπλάνο, είχαν πιάσει κουβέντα και η Ζήνα αισθάνθηκε ότι το ταξίδι της θα ήταν ευχάριστο.
-Είμαι τυχερή που θα ταξιδέψουμε μαζί του είπε. Η παρέα σας μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρουσα.
-Το ίδιο θα πω και εγώ και για σας, γοητευτικότατη κυρία μου, απάντησε ο κύριο Νεοφύτου.
Και ενώ το αεροπλάνο ανέβαινε στους ουρανούς και περνούσε πάνω από τα σύννεφα οι δύο συνταξιδιώτες, διεύρυναν το πεδίο της γνωριμίας τους, απολαμβάνοντας την παρέα ο ένας του άλλου.
Φωτογραφία: αίθουσα γόμων νέου Δημαρχείου Λευκωσίας
Πολύ ωραία συνεχίζει η ιστορία και δεν τελειώνει στο “αυτοί έζησαν καλά και εμείς καλύτερα!”. Πράγματι διδασκόμαστε τη λάθος ιστορία και τα παιδιά δεν μαθαίνουν για ότι είναι αληθινό και αξίζει, αλλά μόνο για ότι είναι ισχυρό και έγινε ισχυρό πατώντας επί πτωμάτων. Ο νους των παιδιών αντί να αναπτύσσεται διαβρώνεται.
Χαίρομαι που συμφωνείτε μαζί μου! Ίσως αξίζει το κόπο να δούμε τη ζωή και από την άποψη της ειρήνης. Για να μην έχει καταστραφεί ακόμα ο κόσμος, σημαίνει ότι το καλό είναι πιο δυνατό από το κακό, έστω και δεν προβάλλεται.
I enjoy your writing very much! Rich vocabulary and the story flows well and smoothly.
I wonder if the chance encounter with Neophytou on the plane, will lead to some new ”mystery”…..
Ευχαριστώ πολύ Ανδρέα μου. Θεωρώ όμως ένα μυστήριο ότι είναι αρκετό. Σε κάτι άλλο θα οδηγήσει…