
Το μυστικό της Ζηνοβίας (Κεφάλαιο 1)
Posted by: Maria Atalanti
Published on: 05/06/2022
Back to BlogΤο κείμενο αυτό είναι προϊόν μυθοπλασίας. Κανένας από τους χαρακτήρες που περιγράφονται δεν είναι πραγματικός.
Μελβούρνη – Αυστραλία, Ιούνιος 2019
Η Ζήνα, είχε μόλις θάψει τον πατέρα της, τον Δημήτριο Βασιλόπουλο από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Πρώτη φορά είχε νοιώσει τόση θλίψη στη ζωή της. Νόμιζε πως ξεριζώθηκε η καρδιά της.
Καθόταν στο διαμέρισμά της στη κεντρική Μελβούρνη και κοίταζε την πανοραμική θέα του ποταμού Γιάρρα. Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια αυτής, που ποτέ δεν θυμόταν να έχει κλάψει στη ζωή της. Τουλάχιστον δεν την βλέπει κανένας, σκέφτηκε ειρωνικά.
Ο πατέρας της είχε έρθει στην Μελβούρνη το 1952 – 1953, όταν η εθνική επανάσταση στην Αίγυπτο, εθνικοποίησε το εργοστάσιο επεξεργασίας βαμβακιού που είχε στην Αλεξάνδρεια. Το είχε κληρονομήσει από το πατέρα του και αυτός από το δικό του πατέρα. Ήταν η δική του μοίρα να το χάσει.
Στην Μελβούρνη δούλεψε σκληρά, σε ότι δουλειά εύρισκε, όμως οι δικές του γνώσεις περιορίζονταν στη επεξεργασία βαμβακιού. Παρόλα αυτά, με τη μόρφωση που είχε και την εμπειρία του στις επιχειρήσεις, σύντομα δραστηριοποιήθηκε στο τομέα των κατασκευών, με μεγάλη επιτυχία.
Η έντονη προσπάθεια για να δημιουργηθεί από το μηδέν επαγγελματικά, δεν του άφηναν χρόνο για να σκεφτεί το γάμο. Στα 46 του χρόνια , τον Ιούνιο του 1978 γνώρισε τη μητέρα της. Λεγόταν Jane, ήταν Αυστραλή και πολύ νεότερή του. Συζούσαν για κάποιο χρονικό διάστημα και η Jane έμεινε έγκυος. Εκείνη δεν ήθελε να κρατήσει το παιδί αλλά ο Δημήτριος ήταν ανένδοτος. Έτσι τον Ιανουάριο του 1979 έρχεται στο κόσμο η ίδια. Η μητέρα της, η Jane, εξαφανίστηκε λίγο καιρό μετά τη γέννησή της και δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά. Ο Δημήτριος την ονόμασε Ζηνοβία, όπως έλεγαν την γιαγιά του, μια δυναμική γυναίκα, που είχε αφήσει πίσω της πολλά ερωτηματικά, όπως έλεγε ο δικός του πατέρας.
Έτσι ο Δημήτριος ανέλαβε εξ ολοκλήρου την ανατροφή της. Ήταν ένας στοργικός, τρυφερός πατέρας. Η Ζήνα μεγάλωσε πλουσιοπάροχα μαζί του, έστω και χωρίς μαμά.
Θυμήθηκε, χαμογελώντας πικρά, πόσο τον βασάνιζε όταν προσπαθούσε να της θέσει κάποια όρια ή να της επιβάλει μια τιμωρία. Όχι μόνο του ξέφευγε, στο τέλος έκανε το δικό της. Εκείνος όμως πάντοτε τη συγχωρούσε.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμά όταν προσπαθούσε για χρόνια να την στείλει στο ελληνικό σχολείο για να μάθει ελληνικά. Όχι μόνο δεν ήθελε να πάει, όχι μόνο δεν μελετούσε, αρνιόταν και να του απαντήσει στα ελληνικά, όταν εκείνος προσπαθούσε να της μιλήσει στη γλώσσα αυτή.
-Καημένε, γλυκέ πατέρα, σκέφτηκε. Σου έλαχε μια κόρη τόσο ατίθαση και ασυμβίβαστη! Ίσως εδώ να έμοιασα στη μητέρα μου!
Παρόλα αυτά όμως, ο πατέρας της ήταν ο άντρας της ζωής της. Είχε πατήσει τα 40 και δεν είχε ούτε μια σοβαρή σχέση. Δεν κατάλαβε ποτέ αν αυτό ήταν γιατί ήταν προσκολλημένη στο πατέρα της ή γιατί έβρισκε όλους τους άνδρες που γνώριζε ανόητους και ασήμαντους. Ίσως να ήταν και τα δύο.
Η ίδια, επαγγελματικά, θα χαρακτήριζε τον εαυτό της, ελεύθερη δημοσιογράφο. Έγραφε άρθρα πολιτικά, αλλά κυρίως περιβαλλοντικά και τα πουλούσε σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά στην Αυστραλία, αλλά και στην Αμερική. Ένα σύντομο χρονικό διάστημα είχε δουλέψει και για το National Geography, όμως ο ασυμβίβαστος χαρακτήρας της δεν την άφηνε να δεσμευτεί μόνιμα κάπου. Είχε ταξιδέψει σε πολλά μέρη του κόσμου, κυρίως στην Αυστραλία, την Αμερική, αλλά και την Ασία. Από τη δουλειά της είχε ένα σημαντικό εισόδημα που της διασφάλιζε μία άνετη ζωή, όσο καιρό έμενε στη Μελβούρνη. Τον περισσότερο καιρό όμως, ήταν στο δρόμο, ψάχνοντας για καινούργια θέματα και υποστηρίζοντας με πάθος τα δικαιώματα του ίδιου του πλανήτη.
Τώρα καθόταν στον καναπέ του σαλονιού της, με μια κούτα γεμάτη γράμματα, στα πόδια της. Πάνω – πάνω ήταν μια μαυρόασπρη φωτογραφία μιας πολύ νεαρής γυναίκας – δεν θα ήταν πάνω από τα 18 και ενός ηλικιωμένου κυρίου. Θα νόμιζε κανείς ότι ήταν η κόρη του, αλλά ο μπαμπάς της, της είχε πει ότι ήταν η προγιαγιά της, η Ζηνοβία, και ο προπάππος της ο Δημήτριος Βασιλόπουλος, μεγαλέμπορας βαμβακιού από την Αλεξάνδρεια.
-Το καημένο το κοριτσάκι, σκέφτηκε η Ζήνα, θα ήταν φτωχούλα και θα την πάντρεψαν με το γέρο!
Κοίταξε πιο προσεκτικά την φωτογραφία, ψάχνοντας στο ανέκφραστο πρόσωπο της Ζηνοβίας να βρει ένα σημάδι των αισθημάτων της, ένα μήνυμα από το παρελθόν. Σε μια στιγμή παγιδεύτηκε από τα μάτια της, μεγάλα, αμυγδαλωτά μάτια, με πυκνές βλεφαρίδες. Με έκπληξή της κατάλαβε πως είχαν τα ίδια μάτια, αν και δεν έμοιαζαν σε κάτι άλλο.
Η Ζήνα, ήταν ψηλή, καστανόξανθη με μαύρα μάτια. Αυτό έκανε εντύπωση σε όσους την έβλεπαν. Τα μάτια, το βλέμμα της γενικά, ήταν ασυνήθιστα έντονα και διαπεραστικά. Θα περίμενε κανείς ότι με τόσο ανοικτόχρωμα μαλλιά και λευκή επιδερμίδα τα μάτια της θα ήταν πράσινα ή γαλάζια, έστω καστανά. Αντίθετα, τα μαύρα μάτια και τα έντονα φρύδια της, καθήλωναν όσους την έβλεπαν.
-Ποιος ξέρει, ποιος περίεργος συνδυασμός γονιδίων μου χάρισε αυτά τα μάτια, σκέφτηκε. Σίγουρα η προγιαγιά Ζηνοβία έπαιξε το ρόλο της!
Θυμήθηκε τις τελευταίες ημέρες του πατέρα της στο Royal Melbourne Hospital, όταν πάλευε με τον καρκίνο. Προσπαθούσε να είναι συνεχώς μαζί του. Πρώτη φορά είχαν μιλήσει τόσο πολύ. Εκείνος σε μια κατάσταση μεταξύ αυτής της ζωής και της αιωνιότητας, πάσχιζε να ανασύρει από τη μνήμη του και να μεταλαμπαδεύσει, στην πάντοτε στο παρελθόν αδιάφορη κόρη του, την ιστορία της οικογένειας. Της μίλησε για την Αλεξάνδρεια, την αρχαιότατη αυτή πόλη στις ακτές της Μεσογείου, με την λαμπρή ιστορία, για τον πατέρα του, τον Ευάγγελο Βασιλόπουλο, την μητέρα του την Αντιγόνη και για τη προγιαγιά της, την Ζηνοβία. Οι γονείς του είχαν πεθάνει σε ένα αυτοκινητικό δυστύχημα στην Αλεξάνδρεια τον Ιούλιο του 1950 και από τότε βασικά ήταν μόνος του. Είχε αφοσιωθεί στις επιχειρήσεις του μέχρι την εθνική επανάσταση του 1952 στην Αίγυπτο, που είχε σαν αποτέλεσμα το εργοστάσιό του να εθνικοποιηθεί από το Κράτος. Τότε αποφάσισε να φύγει για την Αυστραλία και να κάνει μια καινούργια αρχή. Τίποτε πια δεν τον κρατούσε στην Αλεξάνδρεια.
Πρώτη φορά έμαθε η Ζήνα, ότι η προγιαγιά της ήταν από την Κύπρο. Ένα πανέμορφο νησί κοντά στην Αλεξάνδρεια που είχε μια περίεργη ιστορία, με κατακτητές που διαδέχονταν ο ένας τον άλλο. Οι τελευταίοι εισβολείς στο νησί ήταν οι Τούρκοι. Αυτό είχε γίνει το 1974 και ακόμα δεν είχε βρεθεί λύση. Το Κυπριακό πρόβλημα παιζόταν για 45 χρόνια στα τραπέζια του διεθνούς πόκερ ανεπιτυχώς, γιατί φαίνεται τα ειδικά συμφέροντα των μεγάλων δεν ευνοούσαν στην επίλυση ή καλύτερα ευνοούσαν στην διατήρηση.
-Θα με ενδιέφερε να το διερευνήσω από δημοσιογραφικής άποψης, σκέφτηκε. Στο κάτω – κάτω η προγιαγιά μου καταγόταν από εκεί.
Το πιο σημαντικό όμως – και το πιο δύσκολο για τη Ζήνα – ήταν όταν ο πατέρας της είπε για το κουτί με τα γράμματα, τους τίτλους ιδιοκτησίας, τις φωτογραφίες και τα κειμήλια της οικογένειας. Της ζήτησε να διαβάσει προσεχτικά όλα τα γράμματα και να κάνει ότι μπορεί για να βρει τις ρίζες της στη Κύπρο.
Η Ζήνα έμεινε έκπληκτη.
-Φαντάζομαι ότι όλα θα είναι γραμμένα στα ελληνικά. Εγώ, όπως ξέρεις πολύ καλά, δεν ξέρω ελληνικά. Γιατί δεν το έκανες εσύ, μπαμπά;
-Εγώ δεν είχα ποτέ καιρό. Δούλευα σχεδόν 18 ώρες την ημέρα και έπρεπε να αφιερώνω χρόνο και σε σένα. Εσύ έχεις την οικονομική ευχέρεια να μην εργαστείς για κάποιους μήνες και να ψάξεις τα ίχνη της Ζηνοβίας. Και για να σε προλάβω, τα γράμματα δεν θα τα δώσεις σε κάποιο να τα μεταφράσει. Θα μάθεις ελληνικά για να τα διαβάσεις εσύ. Είναι οικογενειακά θέματα και πρέπει να τα διαχειριστεί η οικογένεια. Δηλαδή εσύ, είπε με πικρία. Δεν έχει μείνει κανείς άλλος.
Η φωνή του πατέρα της, τόσο αδύναμη και σπασμένη, ήταν αυστηρή και επιβλητική. Δεν αντέδρασε. Ένοιωσε για πρώτη φορά ενοχές για την αδιαφορία της.
Η Ζήνα, γεννημένη σε μια χώρα πολυπολιτισμική, δεν ένοιωσε ποτέ την ανάγκη να ψάξει για το παρελθόν της οικογένειάς της. Οι κάτοικοι αυτής της χώρας έρχονταν από παντού στο κόσμο και το μόνο που τους χώριζε ήταν το παρελθόν τους. Μαζί θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια νέα κουλτούρα και να την εμπνεύσουν στον υπόλοιπο κόσμο. Γιατί έπρεπε να μένουν προσκολλημένοι στο παρελθόν; Γιατί θα έπρεπε να γνωρίζουν μια ιστορία ή μια γλώσσα που θα τους χώριζε; Αυτή ήταν η δική της φιλοσοφία.
Έπειτα, το γεγονός ότι δεν είχε γνωρίσει ποτέ τη μητέρα της, και όσο και αν δεν ήθελε να το παραδεχτεί, αυτό ήταν ένα μεγάλο κενό στη ζωή της, που περιόριζε κάθε ενδιαφέρον της αποκλειστικά στο παρόν. Δεν ήθελε να ξέρει για το παρελθόν.
Όμως τώρα είχε μπλέξει σε αυτή τη κατάσταση και δεν ήξερε πώς να ξεμπλέξει. Παρά την υπόσχεση που είχε δώσει στο πατέρα της, δεν είχε εγκαταλείψει τη σκέψη της να δώσει τις επιστολές σε κάποιο να τις μεταφράσει. Θα έψαχνε κάποιο έμπιστο, στο κάτω – κάτω.
Από την άλλη ήταν υποχρεωμένη, ούτως ή άλλως, να αποσυρθεί από τη δουλειά για μερικούς μήνες. Με το θάνατο του πατέρα της θα έπρεπε να διαχειριστεί τα οικονομικά και κληρονομικά της δικαιώματα. Ο πατέρας της, την είχε διαβεβαιώσει ότι η επιχείρησή του ήταν κερδοφόρα και ότι η ίδια θα αποκόμιζε ένα σημαντικό κεφάλαιο, αν την πωλούσε. Ήξερε πως το Κράτος θα έπαιρνε ένα σεβαστό ποσό, αλλά θα έμεναν και στην ίδια αρκετά κέρδη. Οι καταστάσεις αυτές ήταν περίπλοκες, απαιτούσαν χρόνο και υπομονή και σίγουρα θα ήταν καλύτερα να ήταν στη Μελβούρνη, αντί να ταξιδεύει.
-Ίσως, σκέφτηκε, να είναι μια ευκαιρία να αναθεωρήσω κάποια πράγματα στη ζωή μου. Είμαι τώρα πια 40 χρονών και θα μπορούσα να σταματήσω να τρέχω. Μπορεί να επικεντρωθώ περισσότερο στο πολιτικό ρεπορτάζ. Θα διαβάσω και για τη Κύπρο, γιατί φαίνεται ότι η περίπτωση αυτή έχει ενδιαφέρον.
Δάκρυα άρχισαν και πάλι να τρέχουν από τα μάτια της. Δεν μπορούσε να συγκρατήσει τον εαυτό της. Έφυγε ο πατέρας της! Στη πραγματικότητα έφυγε ο μόνος άνθρωπος που είχε στη ζωή της. Στενούς φίλους δεν είχε. Οι περισσότεροι ήταν επαγγελματικοί της συνεργάτες. Δεν είχε και πολλά μαζί τους. Από την άλλη οι σχέσεις της με άνδρες ήταν σύντομες και επιφανειακές. Δεν είχε μοιραστεί την καρδιά της ποτέ, με κανένα. Ήταν ανεξάρτητη και ένοιωθε αυτάρκης. Ήταν έτσι όμως; Υπήρχε πάντοτε ο πατέρας της. Ο βράχος στη ζωή της, η άγκυρα του καραβιού της. Τώρα πια, αυτός είχε φύγει…
Σηκώθηκε να ετοιμάσει ένα τσάι. Πίνοντας το τσάι της άρχισε να κοιτάζει τις φωτογραφίες που ήταν μέσα στο κουτί. Εκτός από φωτογραφίες της Ζηνοβίας, υπήρχαν φωτογραφίες του παππού της Ευάγγελου και της γυναίκας του της Αντιγόνης. Προς μεγάλη της έκπληξη, ο Ευάγγελος ήταν πολύ ωραίος άνδρας. Ψηλός, ξανθός, δεν έμοιαζε και πολύ με τους Έλληνες που ήξερε. Ίσως η ίδια να έμοιαζε περισσότερο σε αυτόν. Ο πατέρας της έμοιαζε στη μητέρα του, την Αντιγόνη. Μελαχρινός, με ελληνική κατανομή. Η προσοχή της όμως έμενε στη Ζηνοβία. Την κοίταζε και την ξανακοίταζε. Ήταν πολύ όμορφη γυναίκα, με αρμονικά χαρακτηριστικά και έντονα μάτια. Πώς παντρεύτηκε αυτό τον ηλικιωμένο άνδρα; Περίεργο.
Αντιλήφθηκε ότι μέσα στο κουτί, υπήρχαν εκτός από τις φωτογραφίες, επιστολές γραμμένες στα ελληνικά, με δυο διαφορετικούς γραφικούς χαρακτήρες και κάποια επίσημα έγγραφα, που θα ήταν τίτλοι ιδιοκτησίας. Αυτοί ήταν γραμμένοι στα αγγλικά. Αναφέρονταν σε κάποια τεμάχια στη επαρχία Πάφο στη Κύπρο. Υπήρχαν και κάποια άλλα έγγραφα στα αραβικά. Αυτά θα είναι από την Αλεξάνδρεια, υπόθεσε. Προσπάθησε να τα ξεχωρίσει και να βάλει τις επιστολές σε χρονολογική σειρά. Ήταν γραμμένες την περίοδο 1922 μέχρι 1930.
-Η Ζηνοβία, φαίνεται, θα αλληλογραφούσε με το γιο της, σκέφτηκε.
Όπως κοίταζε τις φωτογραφίες και σκεφτόταν κοιμήθηκε στο καναπέ. Ο ύπνος της ήταν ανήσυχος. Έβλεπε την Ζηνοβία να βγαίνει από την φωτογραφία και να την τραβά να την πάρει μαζί της. Αυτή αντιστεκόταν, ενώ παράλληλα ο Ευάγγελος γελούσε και της έλεγε να μην ανησυχεί. Ξύπνησε ιδρωμένη και ξαφνικά αναφώνησε:
-Ξέρω τι θα κάνω. Θυμάμαι ότι στο γυμναστήριο που πηγαίνω έχει κάποιο Έλληνα που τον φωνάζουν δάσκαλο. Δεν του έδωσα ποτέ σημασία, αλλά νομίζω είναι δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας. Θα μιλήσω αρχικά με αυτό και θα δω πώς θα προχωρήσω. Αν μου φανεί αξιόπιστος θα του ζητήσω να μεταφράσει τις επιστολές. Εγώ δεν θα καταφέρω ποτέ να μάθω ελληνικά. Συγνώμη πατέρα!
Με αυτή τη σκέψη χαλάρωσε και πήγε να ξαπλώσει στο κρεβάτι της. Κοιμήθηκε σχετικά ήσυχα, αλλά το πρωί ξύπνησε με πονοκέφαλο. Πήρε δύο παυσίπονα και ξεκίνησε για το γυμναστήριο Θυμόταν ότι έβλεπε το δάσκαλο, συνήθως τα πρωινά εκεί. Φαίνεται θα εργαζόταν τα απογεύματα και τα βράδια.
Άρχισε να γυμνάζεται και να κοιτάζει δεξιά και αριστερά, μήπως τον εντοπίσει. Στην αρχή δεν τον έβλεπε πουθενά, αλλά εκεί που ετοιμαζόταν να φύγει, αυτός εμφανίστηκε. Ανέβηκε σε ένα δρόμο και άρχισε να τρέχει. Παρόλο που η ίδια ήταν εξουθενωμένη από τη γυμναστική που είχε ήδη κάνει, ανέβηκε στο δρόμο δίπλα του και τον χαιρέτησε.
-Καλημέρα. Είμαι η Ζήνα Βασιλοπούλου, του είπε. Είστε δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας;
Αυτός την κοίταξε έκπληκτος. Ποτέ πριν δεν του είχε ρίξει μια ματιά αυτή η εντυπωσιακή γυναίκα. Τι άλλαξε, άραγε, τώρα;
-Καλημέρα, της είπε. Εγώ είμαι ο Αλέξης Ιωάννου. Δεν ήξερα ότι είχατε ελληνική καταγωγή. Το κατάλαβα από το επίθετό σας, εξήγησε.
-Ναι, έχω ελληνική καταγωγή από τη μεριά του πατέρα μου και για αυτό θα ήθελα να σας μιλήσω, αν έχετε χρόνο μετά που θα τελειώσετε. Είστε όντως δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας;
-Ναι, είμαι, απάντησε γελώντας. Μπορώ να σας δω σε μια ώρα στη καφετέρια του γυμναστηρίου. Αν μπορείτε να περιμένετε, φυσικά.
-Θα περιμένω, απάντησε η Ζήνα και τον χαιρέτησε.
Για να περάσει η ώρα, μπήκε στη σάουνα. Εκεί χαλάρωσε και προσπάθησε να βάλει τα θέματα που την απασχολούσαν στη σειρά.
-Ωραίος άνδρας, ήταν η πρώτη σκέψη που της ήρθε στο μυαλό. Δεν τον πρόσεξα ποτέ! Και γοητευτικός! Έχει μαύρα μάτια, μαύρα μαλλιά, αρμονικά χαρακτηριστικά, γυμνασμένο σώμα. Είναι τέλειος!
Θύμωσε με τον εαυτό και τις σκέψεις της. Άλλος είναι ο σκοπός μου τώρα, κατέληξε. Και προετοίμασε τα λόγια που θα ήθελε να του πει για τα θέματα που την απασχολούσαν.
Σε μια ώρα συναντήθηκαν στη καφετέρια του γυμναστηρίου. Εκείνη έλαμπε μετά από τη σάουνα και εκείνος ήταν δροσερός, μετά από το ντους που είχε κάνει. Έλαμπαν και οι δύο από ομορφιά.
Παράγγειλαν από ένα φρεσκοστυμμένο χυμό και καθίσαν σε ένα τραπεζάκι κοντά στο παράθυρο.
-Σας ακούω, της είπε ο Αλέξης.
Η Ζήνα του είπε για το πρόβλημα που την απασχολούσε και κατέληξε:
-Με λίγα λόγια θα ήθελα να μου μεταφράσετε τις επιστολές της προγιαγιάς μου και του γιού της – έτσι νομίζω τουλάχιστον, γιατί εγώ όπως καταλαβαίνετε δεν μπορώ να μάθω ελληνικά τώρα πια. Θα σας πληρώσω όσα νομίζετε.
Η απάντησή του ήταν λακωνική και κάθετη:
-Διαφωνώ. Αυτή είναι η διεύθυνση του ινστιτούτου που εργάζομαι. Παραδίδω μαθήματα ελληνικής γλώσσας κάθε Τρίτη και Παρασκευή σε ενήλικες, η ώρα 8.00 το βράδυ. Παρακαλώ περάστε να δοκιμάσετε. Το χρωστάτε στον πατέρα σας.
Και αφήνοντας τη Ζήνα άναυδη, έφυγε. Ένας θυμός εγέρθηκε μέσα της για το θράσος του.
-Ποιος νομίζει στο κάτω – κάτω πως είναι; Δεν ζήτησα και τη γνώμη του. Μια δουλειά του πρότεινα να κάνει.
Προς μεγάλη της έκπληξη όμως, είχε αποφασίσει να πάει στην επόμενη μέρα στη διεύθυνση που της είχε δώσει. Ήταν φανερό. Κάτι είχε αλλάξει μέσα της.
Τι ωραία έκπληξη!!! Ξεκινάς πολύ ωραία Μαρία μου; πού θα μας πας αυτή τη φορά; πολύ χαίρομαι που πρωταγωνιστρια και πάλι είναι η Κύπρος μας! Που σχεδόν έχει εξαφανιστεί από τις καρδιές μας και κινδυνεύει να εξαφανιστεί από το χάρτη με όλα αυτά που έγιναν και γίνονται… σε ευχαριστώ που την φέρνεις ξανά στην καρδιά και τη μνήμη μας
Ευχαριστώ πολύ. Ελπίζω να σας αρέσει. Πρόθεσή μου είναι να ενώσω όλους τους χώρους καταγωγής μας μέσω μιας παλιάς ιστορίας που άκουσα κάποτε από τη μητέρα μου. Εύχομαι να τα καταφέρω και εσείς να ταξιδέψετε μαζί μου στην ιστορία του τόπου μας και στα σταυροδρόμια που συναντιούνται οι άνθρωποι.
Μπράβο Μαρία μου! Είμαι έτοιμη, ανυπομονώ να ξεκινήσω το “ταξίδι” και σ’ ευχαριστώ πολύ για όσα εισπράττω από σενα!
Εγώ ευχαριστώ όλους από εσάς για την υποστήριξη! Χωρίς εσάς δεν θα είχα κίνητρο να γράφω.
Με χαρά υποδεχομαστε το νέο σου παιδί. Τα πρώτα μηνύματα είναι θετικά
θα ταξιδέψουμε, θα μάθουμε η θα συμπληρώσουμε ότι κενό έχουμε ιστορικά. Καλοταξιδο
Ευχαριστώ πολύ Γεωργία μου! και έχεις δίκαιο. Θα ταξιδέψουμε σε διάφορες χώρες, όμως στο τέλος θα καταλήξουμε στη Κύπρο και την ιστορία της.
Hmm….
Starts well. Let’s see where it will take us!
Καλωσόρισες Ανδρέα μου. Ας ταξιδέψουμε μαζί!
Maria mou, akomi Mia fora tha m’as ekplikseis opws vlepw. Kalotaksido kai se parakolouthoume me endiaferon …
Ευχαριστώ πολύ Άννα μου. Ας ταξιδέψουμε και πάλι μαζί. το ταξίδι αυτό είναι για πολλούς. Όσο περισσότεροι τόσο το καλύτερο.
Μαρία μου ανυπομονούσα να ξεκινήσω τη Ζινοβία!
Και ποιαη καλύτερη περίοδος από τις διακοπές.
Πολύ καλή η αρχή! Με κέρδισε απο την πρωτη παράγραφο!
Με ενθουσίασε το κουτί με τα γράμματα! Η γιαγια Ζινοβία. Οι κυπριακές ρίζες!
Πάω να διαβάσω και τη συνέχεια!
Σ’ ευχαριστούμε!
Εύχομαι να εξακολουθήσει να σου αρέσει και στη συνέχεια. Απλά σου λέω ότι επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις.