
Η σταχτοπούτα με τα γκρίζα μάτια – Κεφάλαιο 6
Posted by: Maria Atalanti
Published on: 01/06/2023
Back to BlogΤο θέατρο
Η θεία Κάλλη και η Καλλιρρόη η νεότερη κάθισαν σε ένα τραπεζάκι σε ένα παραλιακό κέντρο. Οι τουρίστες που βρίσκονταν εκεί καθώς και οι ντόπιοι γύρισαν να τις κοιτάξουν. Παρουσίαζαν ένα εντυπωσιακό θέαμα. Η θεία Κάλλη ντυμένη σαν Αγγλίδα αριστοκράτισσα και η Καλλιρρόη να λάμπει από νιάτα, ζωντάνια, χαμόγελα και ερωτισμό. Ήταν μια σπάνια εικόνα για το παραλιακό κεντράκι.
Μόλις κάθισαν η θεία Κάλλη εντόπισε την μυρωδιά του ψαριού που ερχόταν από την κουζίνα. Αμέσως ήρθε στη μνήμη της το διαμέρισμα που είχαν με την Ελπίδα πάνω από το φισιάδικο στο Camden Town στο Λονδίνο. Η διαφορά ήταν ότι εκεί αυτή η μυρωδιά ήταν τόσο άσχημη που ήθελες να την απαλλαγείς, ενώ εδώ πλάι στη θάλασσα και το κύμα ταίριαζε τόσο πολύ!
-Ξέρεις Καλλιρρόη μου, κάποτε με την φίλη μου την Ελπίδα μέναμε σε ένα διαμέρισμα πάνω από ένα φισιάδικο και το μεγαλύτερο πρόβλημα που είχαμε ήταν η μυρωδιά του τηγανητού ψαριού. Εδώ η ίδια μυρωδιά σου ανοίγει την όρεξη. Ακόμα και οι μυρωδιές έχουν τον χρόνο τους και τον τόπο τους. Σαν όλα μέσα στη ζωή.
-Αλήθεια, για αυτή τη φίλη σου μου έχεις μιλήσει πολλές φορές. Έχετε διατηρήσει επαφή;
-Δυστυχώς όχι. Όταν η Ελπίδα παντρεύτηκε και έφυγε για το Μάντσεστερ για λίγο καιρό είχαμε αλληλογραφία, μετά όμως εκείνη σταμάτησε. Είχε εν τω μεταξύ αποκτήσει και μια κόρη και ίσως να μην εύρισκε χρόνο, δεν ξέρω τον πραγματικό λόγο. Όταν έφυγα από το Camden Town, μια περίοδο που ήμουν μόνη και μου έλειπε πολύ της ξανάγραψα. Το γράμμα όμως επέστρεψε πίσω με την ένδειξη «Άγνωστος». Πιθανότατα άλλαξε διεύθυνση, ποιος ξέρει;
-Δεν την έψαξες ποτέ ξανά;
-Μα πώς; Δεν είχα κανένα στοιχείο για το πού έμενε.
-Θα ήθελες να την ξαναδείς;
-Φυσικά θα ήθελα. Αλλά δεν μπορώ να φανταστώ με ποιο τρόπο θα μπορούσα να την βρω.
-Θεία Κάλλη, ζούμε στη ψηφιακή εποχή! Όλα είναι δυνατά! Πες μου μερικά στοιχεία και θα ψάξω εγώ.
-Τι να σου πω; Δεν ξέρω και πολλά πράγματα. Το όνομά της ήταν Ελπίδα, Ηλία νομίζω ήταν το επίθετο, καταγόταν από την Λάρνακα. Το όνομα του άντρα της ήταν, αν θυμάμαι καλά, Γιάννης και καταγόταν από την Πάφο. Το επίθετο δεν το θυμάμαι, αλλά ούτε και το χωριό του.
Η Καλλιρρόη εν τω μεταξύ σημείωνε τις πληροφορίες που της έδινε η Κάλλη στο σημειωματάριο του κινητού της τηλεφώνου.
-Πότε γεννήθηκε; Πώς έλεγαν την κόρη της; Θυμάσαι τα ονόματα των γονιών της;
-Πρέπει να είχαμε περίπου την ίδια ηλικία, δηλαδή να είχε γεννηθεί γύρω στο 1940. Α! τώρα θυμάμαι, νομίζω τα γενέθλιά της ήταν στις 25 Δεκεμβρίου 1940, 1941 ή 1939. Κάπου εκεί. Την κόρη της την ονόμασε Μαρία, όπως λεγόταν η μητέρα της και ο πατέρας της πρέπει να λεγόταν Ηλίας .Δεν θυμάμαι κάτι άλλο.
-Όταν λες ότι καταγόταν από τη Λάρνακα, εννοείς την πόλη ή κανένα χωριό;
-Όχι από την πόλη της Λάρνακας, την Σκάλα. Δεν μου λες όμως, πώς θα την βρεις; Θα βάλεις αγγελία στην εφημερίδα;
-Όχι φυσικά! Σήμερα υπάρχει το Facebook! Όλους τους βρίσκεις εκεί.
-Και εσύ νομίζεις ότι η Ελπίδα θα έχει Facebook;
-Δεν έχει σημασία αν η Ελπίδα έχει Facebook, πιθανότητα να έχουν τα παιδιά της ή τα εγγόνια της. Κάποιος που την ξέρει τελοσπάντων!
-Μακάρι να την βρεις παιδί μου. Τι να πω;
Εκείνη τη στιγμή τους έφεραν το φαγητό που παρήγγειλαν και η Καλλιρρόη, η θεία, μύρισε το φρέσκο ψάρι για ακόμα μια φορά. Πόσο διαφορετική αίσθηση της δημιουργούσε τώρα από τότε στο φισιάδικο του κυρίου Χρίστου! Άρχισαν να απολαμβάνουν το φαγητό τους, συνεχίζοντας την κουβέντα τους.
-Πες μου θεία Κάλλη, προχθές στο σπίτι σου άρχισες να μου μιλάς για τη ζωή σου όταν βρήκες την καινούργια δουλειά σε εκείνο το εργοστάσιο και ράψατε νυμφικό και ρούχα για εκείνο τον αριστοκρατικό γάμο. Τι έγινε μετά;
-Ναι, τότε η ζωή μου είχε αλλάξει εντελώς. Η δουλειά μου ήταν πολύ ενδιαφέρουσα και μου άρεσε, αλλά ήμουν μόνη, δεν είχα φίλους που να ταιριάζουμε και ο μόνος άνθρωπος που εμπιστευόμουν ήταν η γιαγιά της Alison – της νύμφης για την οποία ράψαμε το νυμφικό – η Λαίδη Raffiel.
-Αυτή η γυναίκα λοιπόν με βοήθησε να οργανώσω τα οικονομικά μου, με σύστησε στο γιο της που ήταν χρηματιστής και με την βοήθειά του άρχισα να επενδύω μέρος των χρημάτων μου, κερδίζοντας ένα καλό εισόδημα, πέραν από το μισθό μου. Εν τω μεταξύ ο μισθός μου αυξανόταν χρόνο με τον χρόνο, γιατί τα αφεντικά μου δεν ήθελαν με τίποτε να με χάσουν. Γύρω στα 1967 – 68, αφυπηρέτησε και η κυρία Jones και έτσι εγώ πήρα τη θέση της.
-Με την βοήθεια και τις γνωριμίες της Λαίδης Raffiel, κατάφερα να αγοράσω ένα διαμέρισμά σε μια πολύ καλή περιοχή του Λονδίνου, που σήμερα αξίζει μια περιουσία. Τότε φυσικά ήταν πολύ πιο φτηνό. Παράλληλα, όσο καιρό έραβα ρούχα για τις πλούσιες Αγγλίδες ξεσήκωνα τα μοντέλα και έραβα αντίστοιχα ρούχα και για μένα, με κάποιες μετατροπές για να μην φαίνονται τα ίδια και να κατηγορηθώ για αντιγραφή. Όμως δεν είχα πού να τα φορέσω.
-Καλά θεία, δεν είχες φίλες; Δεν έβγαινες έξω;
-Όχι παιδί μου. Ήμουν πολύ μόνη μου, Δούλευα, διάβαζα πολύ, πήγαινα κανένα σινεμά, περιπάτους στα πάρκα του Λονδίνου, όμως εκείνα τα ρούχα δεν μπορούσα να τα φορέσω εκεί. Η μόνη φίλη μου εκείνη την εποχή ήταν η Λαίδη Raffiel, όσο παράξενο κι αν ακούγεται αυτό.
-Στην πραγματικότητα είχαμε κάτι κοινό. Και εκείνη ήταν μόνη της. Ο σύζυγός της είχε πεθάνει προ πολλού. Τα παιδιά της και τα εγγόνια της ήταν απορροφημένα στις δικές τους ασχολίες και τη δική τους κοινωνική ζωή, που κανείς δεν είχε χρόνο να ασχοληθεί μαζί της. Η ίδια ήταν άνθρωπος πολύ πνευματικός και οι κοινωνικές συνήθειες του περιβάλλοντός της δεν την ενδιέφεραν ιδιαίτερα. Για εκείνη εγώ ήμουν ένα άπλαστο ζυμάρι που θα μπορούσε να το διαμορφώσει σε μια κυρία της αριστοκρατίας. Και αυτό έκανε όσο καλύτερα μπορούσε.
-Από την άλλη εγώ διψούσα για μάθηση, διψούσα για γνώση, εκλιπαρούσα σχεδόν για καθοδήγηση. Έτσι ταιριάξαμε οι δυο μας πολύ. Το μόνο που δεν υπολογίσαμε, ούτε η μια, ούτε η άλλη ήταν ότι και να γινόταν, μέσα στη δική μου καρδιά φώλιαζε ο σπόρος που μου είχαν φυτέψει στα παιδικά μου χρόνια: ότι εγώ ήμουν υποδεέστερη από τους άλλους. Και αυτό το πλήρωσα αργότερα στη ζωή μου. Πολύ ακριβά μάλιστα.
-Όμως ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά. Στην αρχή οι συναντήσεις μας γίνονταν όποτε με έστελναν από τη δουλειά μου για να ετοιμάσω κάποιο φόρεμα για τις κυρίες της οικογένειας. Αργότερα η Λαίδη με καλούσε που και που για να πάρουμε μαζί τσάι και να κουβεντιάσουμε. Αυτές οι επισκέψεις με ευχαριστούσαν πολύ. Πάντοτε εκείνη είχε διάθεση να διδάξει και εγώ διάθεση να μαθαίνω.
-Μια μέρα μου πρότεινε να πάμε μαζί στο θέατρο να παρακολουθήσουμε μια παράσταση. Εγώ ενθουσιάστηκα. Δεν είχα πάει ποτέ μου στο θέατρο! Φυσικά δέχθηκα αμέσως. Θα ήταν ένα έργο του Σαίξπηρ. Αν δεν κάνω λάθος «Ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα». Μου έδωσε μάλιστα ένα κείμενο να διαβάσω ώστε να μπορέσω να το παρακολουθήσω χωρίς δυσκολία.
-Την ημέρα που θα πηγαίναμε εγώ δοκίμασα όλα τα ρούχα που είχα ράψει και δεν είχα φορέσει ποτέ, μέχρι να επιλέξω το κατάλληλο, μακιγιαρίστηκα, όπως είδα να μακιγιάρουν οι επαγγελματίες τις κυρίες της αριστοκρατίας και έγινα αγνώριστη. Μέχρι και εγώ εντυπωσιάστηκα από το αποτέλεσμα!
-Όταν ήρθαν με τον σοφέρ της να με πάρουν, ξαφνιάστηκαν και οι δύο ευχάριστα με την εμφάνισή μου. Έμοιαζα με Αγγλίδα αριστοκράτισσα. Είδα στα μάτια της Λαίδης την επιδοκιμασία και ήμουν πολύ χαρούμενη.
-Η πρώτη μου εντύπωση από το θέατρο, ήταν για το ίδιο το οίκημα. Ήταν ένα παλιό κτίσμα, με βελούδινα καθίσματα, εξώστες, θεωρεία, ξυλόγλυπτη διακόσμηση και γενικά μια μεγαλοπρέπεια που εγώ δεν είχα ξαναδεί. Όταν καθίσαμε και διαπίστωσα ότι στο μπροστινό κάθισμα είχε κάτι μικρά κιάλια για να μπορούμε να βλέπουμε τους ηθοποιούς από κοντά, ενθουσιάστηκα σαν μικρό παιδί. Τα πήρα στα χέρια μου και σχεδόν όλη την παράσταση την παρακολούθησα μέσα από αυτά.
-Η τραγικότητα της ιστορίας της παράστασης, με συγκίνησε και έκλαψα τόσο πολύ στο τέλος, που σχεδόν κατάστρεψα το μακιγιάζ μου. Έτσι περίπου ξεκίνησε το ταξίδι μου στο κόσμο του θεάματος και του πολιτισμού. Ένα ταξίδι που κράτησε πολλά χρόνια.
-Δηλαδή ξαναπήγατε με τη Λαίδη στο θέατρο;
-Φυσικά πήγαμε. Είχα γίνει η μόνιμη συνοδός της. Παντού πηγαίναμε μαζί. Στο θέατρο, στην όπερα, σε συναυλίες κλασσικής μουσικής. Τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα παρακολουθούσαμε παραστάσεις κάθε είδους. Ήταν μια πολύ ευτυχισμένη περίοδος της ζωής μου.
-Καλά, εσύ δεν προτιμούσες να βγαίνεις με συνομήλικές σου, να πηγαίνεις σε δισκοθήκες, κλαμπ κλπ.;
-Όχι. Προτιμούσα τις εξόδους με τη Λαίδη. Αφενός μου άρεσαν αυτού του είδους οι παραστάσεις, αλλά και η παρουσία της Λαίδης μου παρείχε ένα πέπλο ασφάλειας από κάθε τι κακό. Ποτέ δεν είχα κάτι τέτοιο στη ζωή μου. Η αίσθηση ότι ήμουν προστατευμένη από την κακία και την κριτική της κοινωνίας ήταν για μένα πρωτόγνωρη. Είχα μεγαλώσει με μια μητέρα περιφρονημένη και το δίδαγμα της ήταν πάντοτε:
-Μην δείχνεις ποτέ τα συναισθήματά σου στους άλλους. Μην τους δίνεις τέτοια χαρά.
-Από τότε είχαν παγώσει τα μάτια μου, και πίσω από το γκρίζο χρώμα τους έκλεισαν τη πόρτα της ψυχής μου.
-Με την Λαίδη τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά. Αρχικά με τον τρόπο που ντυνόμουν και συμπεριφερόμουν κανείς δεν μπορούσε να υπολογίσει ότι ήμουν απλά μια μοδίστρα σε ένα εργοστάσιο. Από την άλλη, όταν συναντούσαμε γνωστούς της Λαίδης, αυτή με σύστηνε ως Κάλλη Μισιέλ, κάνοντας μια αόριστη αναφορά ότι δραστηριοποιούμαι στο χώρο της μόδας.
-Πολλές φορές γελούσαμε αργότερα, όταν οι διάφορες κυρίες, συνηθισμένες να υποκρίνονται ότι θυμόντουσαν όποιο τους μιλούσε, κάνοντας αόριστες αναφορές σε προηγούμενες συναντήσεις, που ποτέ δεν υπήρξαν, έκαναν το ίδιο και με μένα.
–Α ναι, έλεγαν, σας θυμάμαι από την τάδε επίδειξη μόδας. Τι κάνετε; Είστε καλά; Υπέροχο το μοντελάκι που φοράτε. Από που το πήρατε;
-Και εγώ τότε απαντούσα γεμάτη μυστήριο: ήταν παραγγελία ειδικά για μένα.
-Αν όμως συναντούσαμε καμία πιο έξυπνη κυρία, που δεν θα την ικανοποιούσαν τέτοιες αόριστες απαντήσεις, η Λαίδη εύρισκε αμέσως μια δικαιολογία και με έπαιρνε και φεύγαμε. Έτσι εγώ ένιωθα ασφάλεια μαζί της. Ήξερα ότι δεν θα μπορούσε να εκτεθώ.
-Αυτό το παιχνίδι της αριστοκράτισσας είχε αρχίσει να μου αρέσει. Κατάλαβα τότε ότι όλοι οι άνθρωποι είναι το ίδιοι ανασφαλείς και γεμάτοι ελαττώματα. Αυτά δεν αλλάζουν ούτε με την κοινωνική τάξη, ούτε με τα πλούτη, ούτε με την μόρφωση. Η μόνη διαφορά είναι ότι οι φτωχοί έχουν συχνά κόμπλεξ κατωτερότητας και οι πλούσιοι κόμπλεξ ανωτερότητας. Πάντως και στις δύο περιπτώσεις είναι κόμπλεξ.
Η Καλλιρρόη η νεότερη γέλασε με την παρατήρηση της ηλικιωμένης κυρίας.
-Σοφά το έθεσες θεία Κάλλη! Το θέμα είναι κάποιος να μην έχει κόμπλεξ! Σαν την φίλη σου την Λαίδη. Πρέπει να ήταν σπουδαία γυναίκα, όπως μου την περιγράφεις.
-Ναι, ήταν η πιο υπέροχη γυναίκα που γνώρισα στη ζωή μου. Και είμαι πολύ τυχερή που βρέθηκε στο δρόμο μου.
-Λες θεία να είναι τυχαία όλα αυτά; Όλοι δηλαδή οι άνθρωποι που συναντούμε στη ζωή μας και μας επηρεάζουν, έρχονται τυχαία ή είναι η μοίρα μας να τους συναντήσουμε;
-Ποτέ δεν ήμουν καλή σε τέτοιες απαντήσεις Καλλιρρόη μου. Εκείνο που ξέρω σίγουρα είναι ότι η ζωή μου είχε πάρει πολλά στη παιδική μου ηλικία και ίσως χρωστούσε να μου προσφέρει κάτι αργότερα. Από την άλλη όμως είναι και θέμα επιλογής. Την ίδια εποχή που είχα γνωρίσει την Λαίδη Raffiel, είχα γνωρίσει και τις κοπέλες από το εργοστάσιο που σύχναζαν στις μπυραρίες και τις δισκοθήκες. Εγώ – παρά το νεαρό της ηλικίας μου – επέλεξα να κάνω παρέα με τη Λαίδη. Θα μπορούσε να διαλέξω το αντίθετο. Ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα σε αυτή τη περίπτωση, κανείς δεν ξέρει.
-Έχεις δίκαιο. Όταν πάρουμε ένα δρόμο στη ζωή, ποτέ δεν ξέρουμε πού θα μας οδηγούσε ο άλλος που δεν πήραμε
Και συμπλήρωσε χαρούμενα:
-Βλέπεις όμως θεία ότι και εγώ επιλέγω εσένα, αντί τους θορυβώδεις φίλους μου.
-Εσύ κρατάς ισορροπίες. Βγαίνεις με τους φίλους σου, αλλά κάνεις παρέα και μαζί μου. Ίσως αυτό να είναι το καλύτερο. Εγώ ενεργούσα μονοδιάστατα.
-Αλήθεια, όλα αυτά τα χρόνια που μου περιγράφεις δεν είχες επισκεφθεί ποτέ την Κύπρο; Δεν μου ανέφερες ποτέ κάτι τέτοιο.
-Πάντοτε αλληλογραφούσα με την γιαγιά σου και μάθαινα τα νέα της Κύπρου. Με την κατάσταση που επικρατούσε εδώ, με τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις μεταξύ των κατοίκων – Μακαριακοί και Γριβικοί – αν έχεις υπόψη σου, δεν μου έκανε κανένα κέφι να επιστρέψω. Εξ άλλου κανείς δεν με περίμενε εδώ. Ούτε πού να μείνω δεν είχα. Το σπίτι που έμενα με την μητέρα μου, λόγω χρόνων εγκατάλειψης, είχε γίνει ακατοίκητο. Για πρώτη φορά επισκέφθηκα την Κύπρο το 1980.
-Πολλά χρόνια από τότε που έφυγες!
-Ναι, περισσότερα από είκοσι.
-Και πώς το αποφάσισες;
-Ένα μεγάλο ορόσημο στη ζωή μου ήταν το πραξικόπημα και η εισβολή των Τούρκων στη Κύπρο το 1974. Δεν μπορώ να σου πω πόσο ξέσκισαν την καρδιά μου αυτά τα δύο γεγονότα. Ξαφνικά άρχισα να έχω άλλες προτεραιότητες. Πήγα ξανά στο Camden Town, συνάντησα ανθρώπους από την κυπριακή κοινότητα και άρχισα να δραστηριοποιούμαι στο να υποστηρίξουμε τους Κύπριους πρόσφυγες που έφταναν καθημερινά στο Λονδίνο. Μαζεύαμε ρούχα, τρόφιμα, προσπαθούσαμε να τους βρούμε στέγη, δουλειά, να τους βοηθήσουμε με τις διαδικασίες των Βρεττανών που δεν τους ήθελαν να μείνουν, οργανώναμε συναυλίες για συλλογή χρημάτων και ότι φανταστείς. Μέσα σε αυτή την αναμπουμπούλα εγώ είχα ξεχάσει και τα προβλήματά μου και τις ανασφάλειες μου.
-Για κάποιο χρονικό διάστημα μάλιστα, είχα φιλοξενήσει στο σπίτι μου ένα νεαρό ζευγάρι από την Κερύνεια. Η κοπέλα ήταν έγκυος και γέννησε το πρώτο της παιδί εκεί. Δεν μπορείς να φανταστείς τη χαρά μου για τη γέννηση αυτού του παιδιού. Αυτό το ζευγάρι μου μιλούσε συχνά για την πατρίδα και άρχισα και εγώ να αισθάνομαι ότι ήμουν μια ξενιτεμένη στη χώρα που ζούσα. Έτσι το 1980 αποφάσισα να επιστρέψω για πρώτη φορά.
-Πόσο θα ήθελα να μου μιλήσεις για όλα αυτά! Όμως θα πρέπει σιγά – σιγά να πάρουμε το καφέ μας και να φύγουμε. Έχω μια δουλειά το απόγευμα. Αν πάνε όλα καλά, θα σου έχω μία έκπληξη.
-Τι έκπληξη;
-Αν σου πω δεν θα είναι έκπληξη.
Έτσι οι δύο γυναίκες, η ηλικιωμένη και η νέα, που λέγονταν και οι δύο Καλλιρρόη, τελείωσαν το γεύμα τους και σηκώθηκαν να φύγουν. Οι πελάτες του εστιατορίου σήκωσαν το βλέμμα και τις κοίταξαν. Δεν μπορούσαν να αποφασίσουν ποια ήταν από τις δυο ήταν η πιο εντυπωσιακή. Και οι δυο εξέπεμπαν φως και δύναμη.
Φωτογραφία: Θέατρο στο Λονδίνο
Νοιώθω Μαρία μου ότι το γράψιμο σου γίνεται πιο ελεύθερο και το ύφος σου πιο ιδιαίτερα δικό σου
Ευχαριστώ. Όλα τα πράγματα ωριμάζουν με την εξάσκηση.
You seem to know so much about London! I think you’ve told me this before but have you lived in England?
very good description of events and characters; well done!
Ευχαριστώ Ανδρέα μου. Πραγματικά έχω ζήσει μια περίοδο στο Λονδίνο, αλλά βασικά πρόκειται για την πόλη που έχω επισκεφτεί περισσότερες φορές στη ζωή μου.
Οι επιλογές που κάνουμε στη ζωή μας σ’ένα μεγάλο ποσοστό καθορίζουν το μέλλον μας
Έχεις δίκαιο Γεωργία μου. Αλλά δυστυχώς τι ώρα που κάνουμε τις επιλογές μας δεν σκεφτόμαστε τι επιπτώσεις θα έχουν στο μέλλον.